AURO Vinctum Palladium — apud Ael. Lamprid. in Vita Heliogabali, c. 6. Haec quum ita essent, signum tamen, quod Palladium esse credebat, abstulit: et aurô vinctum in sui Dei templo locavit: est deauratum, quod Graeci dicunt χρυσένδετον, unde vasa chrysendeta, ad verbum,… … Hofmann J. Lexicon universale
κλείνω — (AM κλείω, Μ και κλείνω, Α ιων. τ. κληΐω, παλ. αττ. τ. κλῄω, δωρ. τ. κλάῳ και κλᾴζω) 1. (μτβ. και αμτβ.) δημιουργώ φραγμό για να εμποδίσω την είσοδο ή την έξοδο, κάνω κάτι να παύσει να είναι ανοιχτό, κλείνω, κλειδώνω, σφαλώ (α. «κλείνω το… … Dictionary of Greek
φερμουάρ — το, Ν άκλ. 1. εύκαμπτο σύστημα κλεισίματος, που αποτελείται από δύο ταινίες με μεταλλικές ή πλαστικές οδοντώσεις και από έναν δρομέα ο οποίος εμπλέκει τις οδοντώσεις κινούμενος προς μία κατεύθυνση και τίς απεμπλέκει κατά την αντίθετη κατεύθυνση… … Dictionary of Greek
βραδιά — η 1.η ώρα από τη δύση του ήλιου ως τον ύπνο, το βράδυ: Περάσαμε τη βραδιά μας βλέποντας τηλεόραση. 2. η νύχτα: Έχω να κλείσω μάτι τρεις βραδιές … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
βροντολόγημα — το οι αδιάκοπες βροντές, το βροντοβόλημα: Το βροντολόγημα δε μ άφησε να κλείσω μάτι όλη νύχτα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)